Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2019

ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ! ΕΙΔΑΜΕ ΑΣΠΡΗ ΜΕΡΑ!


    Πράγματι, είδαμε επιτέλους και μια άσπρη μέρα, Και από ό τι φαίνεται, θα δούμε και περισσότερες. Να μην σας μπερδεύω όμως, και αρχίσετε να ελπίζετε σε… διάφορα. Για το «άσπρη μέρα», κυριολεκτώ!
    Εδώ και λίγες μέρες, οι μετεωρολόγοι μας καλλιεργούν ελπίδες , μια πως έρχεται η … Σοφία, την άλλη πως έρχεται η … Μαρία, μετά πως έρχεται η… Πιπίτσα, η Πουλχερία, η Μελπομένη και πάει λέγοντας. Αρχίσαμε λοιπόν να ετοιμαζόμαστε, καθαρίσαμε το σπίτι, αγοράσαμε φρέσκο καφέ, κέΙκ, κουλουράκια, πήραμε και ένα μπουκάλι ουίσκι για ότι… ήθελε προκύψει, και περιμέναμε.
    Όταν περνούσαν οι μέρες, και καμία από αυτές τις δεσποινίδες δεν μας επισκέφθηκε στην πόλη, άρχισα να απογοητεύομαι. Άδικες οι προετοιμασίες;
Μήπως ξεγελάστηκαν οι μετεωρολόγοι από την επίσκεψη Τσίπρα;
Μήπως αυτές οι κυρίες θεώρησαν καλό να μιμηθούν τους Βαρβάρους που … ποτέ δεν ήρθαν;
Μήπως παραδιαβάσαμε το έργο του Ίψεν «Περιμένοντας τον Γκοντό»;
    Είχα όλες αυτές τις απορίες…. Που με βασάνιζαν συσσωρευτικά.
    Την Τετάρτη το βράδυ, μου φάνηκε πως άκουσα χτύπημα στην πόρτα. Αργά το βράδυ. Πάω στο μπαλκόνι, και βλέπω χιονόνερο να πέφτει, χωρίς καμιά ελπίδα για τίποτα περισσότερο. Την επομένη, η μεν πόλη τα είχε κάνει μούσκεμα, γύρω – γύρω όμως, είχαν δεί …άσπρη μέρα! Και επειδή η ενημέρωση από TV είναι αρκετά επισφαλής, περίμενα να δώ χιονισμένα αυτοκίνητα να μπαίνουν από την περιφερειακή. Πράγματι, τα κανάλια δε είπαν ψέματα!
    Όλη μέρα ησυχία, κούραση κι ορθοστασία! Τίποτα περισσότερο. Οι χαριτόβρυτες δεσποινίδες, προτίμησαν να μείνουν έξω από την πόλη. Ίσως εκεί τους άρεσε ο καφές περισσότερο!
    Την Πέμπτη το βράδυ, αργά εννοώ, πολύ αργά, ένα νέο χτύπημα στην πορτα, δυνατό αυτή τη φορά, με ανησύχησε. Πάω και πάλι στο μπαλκόνι, και, ώ του θαύματος, βλέπω μία από τις δεσποινίδες ( ή κυρίες, εξαρτάται… ) να είναι εκεί! Πυκνές νιφάδες χιονιού έπεφταν από ψηλά, και τα γενικά δεδομένα ήταν πως πήγαινε «να το στρώσει»! Μέχρι το πρωϊ, η πόλη ήταν άσπρη, η άσπρη μέρα ήρθε, και τα πάντα ήταν καλυμένα από ένα ελαφρύ κάτασπρο χαλί. Δεν ξέρω ποια ήταν, η Σοφία, η Πιπίτσα ή η Μελπομένη. Όμως, φάνηκε πως ήταν κάπως περαστική, αφού δεν έκατσε ούτε για κουλουράκια, ούτε για κέϊκ, ούτε για καφέ. Για ουίσκι, ούτε λόγος!
    Για να είμαι ειλικρινής, απογοητεύτηκα λιγάκι. Μια καινούργια άποψη της πόλης, πάντα βοηθάει τις νοητικές λειτουργίες. Η χαριτόβρυτος κυρία, έμενε στην αυλή και δεν έμπαινε στο σπίτι!
    Μόλις όμως μεσημέριασε, άρχισαν να πέφτουν οι γνωστές «πατσαβούρες» όπως τις λένε, και σε λίγη ώρα, ΕΙΔΑΜΕ ΠΑΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΣΠΡΗ ΜΕΡΑ! Τώρα πιά βράδυασε, οι «πατσαβούρες» σταμάτησαν να πέφτουν, όμως εξακολουθούν μικρές «νιφίτσες» όπως τις λέει ο Αντρίκος, να συμπληρώνουν με τις πινελιές τους τον πίνακα που η φύση ζωγραφίζει.
    Η κυρία που λέγαμε λοιπόν, μπήκε στο σπίτι, και καφέ ήπιε, και κουλουράκια έφαγε, και  ουίσκι ήπιε. Και προς το παρόν, δεν λέει να φύγει! Λέτε η απλή επίσκεψη να γίνει… «Αρμένικη βίζιτα»;
    Και βέβαια, στην πόλη συμβαίνει το συνηθισμένο μετά από κάθε χιονόπτωση. Ενώ οι δρόμοι είναι καθαρού ( δεν χιόνισε και τόσο… ) δεν κυκλοφορούν αυτοκίνητα! Ελάχιστοι θεωρούν τους εαυτούς τους ικανούς να οδηγήσουν με χιόνι ( όχι «στο χιόνι», αυτό είναι άλλο θέμα…) και προτιμούν να μείνουν στο σπιτάκι τους. Μπορεί και να κάνουν καλά.
    Επειδή, όλα τα ενδιαφέροντα γίνονται την νύχτα, περιμένω να δώ πώς θα είναι η πόλη αύριο το πρωϊ. Και αυτό, όχι από περιέργεια, αλλά από προσδοκία. Θα ήθελα να έχει ρίξει αρκετό χιόνι ακόμα, για να κατέβω με τα πόδια στην χιονισμένη παραλία, κατάλληλα ντυμένος, και να κάνω περίπατο! Αυτό, πραγματικά μου αρέσει! Ας περιμένω λοιπόν μέχρι το πρωϊ…


Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2019

Ο γάτος μου ο Σιλβέστρος


  
  Κάθε χρόνο, στις 2 Ιανουαρίου, ξυπνούν παιδικές μνήμες, από την προσχολική μου ηλικία. Ήταν τότε, αρχές δεκαετίας του 50 ( ναι, τόσο…. παλιός είμαι ! ) που έμενα με την οικογένειά μου σε μονοκατοικία στα όρια της Θεσσαλονίκης με το Σέϊχ – Σού.    Αφού, φανταστείτε, όταν άνοιγες την πίσω πόρτα, της κουζίνας, σε 10 – 15 μέτρα, άρχιζαν τα δένδρα…..
    Εκεί λοιπόν, είχαμε δυό σκύλους και ένα γάτο! Την Ίρμα και τον Πούλ, και τον Σιλβέστρο.
    Την Ίρμα και τον Πούλ, μια γειτόνισσα που δούλευε σε νοσοκομείο, τα δηλητηρίασε, γιατί, δήθεν…. γαύγιζαν και την ενοχλούσαν! Βέβαια, το έγκλημά της, το πλήρωσε από εμένα πολύ ακριβά, έστω και αν ήμουν 6 χρονών…  Όμως, αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
    Τον Σιλβέστρο λοιπόν, τον θυμάμαι στις 2 Ιανουαρίου, γιατί είναι η ημέρα της γιορτής του! Και του έκανα γιορτή, με κάτι ιδιαίτερο στο φαγητό, αν και δεν είχε ανάγκη, γιατί δεν ήταν «σπιτικός» γάτος, αλλά… αλανιάρης! Πανέξυπνος, ήταν Ο ΓΑΤΟΣ της περιοχής. Στο σπίτι ερχόταν για φαγητό, για ύπνο και όταν έκανε κρύο!
    Τον θυμάμαι, σαν να ήταν εχθές! Μεγαλόσωμος, ασπρόμαυρος, ράτσας «κεραμιδέξ»! Και … ζόρικος! Ακόμα έχω στον δεξιό καρπό μου, σημάδι από τις «φιλοφρονήσεις» του.
    Το 1955, που θα πήγαινα στην πρώτη Δημοτικού, επειδή δεν υπήρχε Δημοτικό Σχολείο στην περιοχή, αποφάσισαν οι γονείς μου να μετακομίσουμε στην Νεάπολη ( Μουδανίων 45 πίσω από τον Άγιο Γεώργιο ). Εκεί άλλωστε, ήταν και το μαγαζί του πατέρα μου με τον παππού μου (ωρολόγια – κοσμήματα – οπτικά, επισκευές ) .   Γράφτηκα και στο 1ο Δημοτικό Σχολείο Νεαπόλεως. Σαν χθές, θυμάμαι τον πρώτο αγιασμό μας, με την κυρία Βάσω την δασκάλα… Από εκείνη την ημέρα, άρχισε και η πρώτη μου αγάπη, η Μαίρη…. Όμως, και αυτό είναι μια άλλη ιστορία….
    Με την μετακόμιση, σε μονοκατοικία πάλι, αφήσαμε πίσω τον Σιλβέστρο! Την επομένη, με τον πατέρα μου, πήγαμε στο παλιό μας σπίτι, τον βρήκαμε, τον πήραμε και σε μια χαρτοσακούλα, για να μην βλέπει, με το λεωφορείο τον κουβαλήσαμε στο νέο μας σπίτι.
    Την επομένη ημέρα, ψάχνω τον Σιλβέστρο. Εδώ ο Σιλβέστρος, εκεί ο Σιλβέστρος, πουθενά ο Σιλβέστρος!  Κλάμα μεγάλο εγώ! Ήθελα τον γάτο μου! Μετά από δυό μέρες, και με την διαρκή γκρίνια μου, ο πατέρας μου με παίρνει και γυρνάμε στο παλιό σπίτι. Ο ΣΙΛΒΕΣΤΡΟΣ ΗΤΑΝ ΕΚΕΙ! Έκανε μια απόσταση 20 περίπου χιλιομέτρων! Ξανά λοιπόν η ίδια διαδικασία. Σακούλα, λεωφορείο, Νεάπολη.
    Όμως, ο Σιλβέστρος ήταν… ελευθέρας βοσκής. Πάλι άφαντος! Ξαναπήγαμε στο παλιό σπίτι, και τον βρήκαμε εκεί. Ο πατέρας μου με έπεισε, πως ό τι και να κάναμε, ο Σιλβέστρος δεν επρόκειτο να μείνει στην Νεάπολη, και θα γυρνούσε πίσω. Έτσι, το αφήσαμε πίσω, να κάνει παρέα με τις γάτες της γειτονιάς….. Ήταν τότε, τριών χρονών περίπου.
    Μετά από λίγα χρόνια, ξαναπήγαμε στο παλιό σπίτι για να επισκεφθούμε κάποιους φίλους των γονιών μου. Μας είπαν ότι ο Σιλβέστρος ήταν εκεί και ήταν καλά.  Παρατήρησα μάλιστα, ότι στην γειτονιά κυκλοφορούσαν νεαρές γάτες, όλες σχεδόν ασπρόμαυρες! Το απέδωσα στη  «δραστηριότητα» του Σιλβέστρου
    Κάποια στιγμή, μετά από πολλά χρόνια, γύρω στο 1985, ξύπνησαν οι αναμνήσεις μέσα μου , και θέλησα να πάω στην παλιά μου γειτονιά, να δώ πώς ήταν. Και πήγα!
    Το παλιό μας σπίτι, ήταν εκεί, ανέπαφο και κατοικημένο. Όμως, δεν ήταν πιά ένα μεγάλο σπίτι με πολλά σκαλοπάτια… Ήταν μια απλή μονοκατοικία με δέκα σκαλοπάτια. Στο πίσω μέρος του, όπου έβγαινες στο δάσος το Σέϊχ –Σού, υπήρχαν πολλά καινούρια σπίτια, σε βάθος 100 – 150 μέτρων. Μια χαράδρα μπροστά από το σπίτι μας, ήταν απλώς… ένα ρυάκι, βάθους ενός μέτρου! Η κερασιά, στην οποία έπαιζα με την Αντωνία, ήταν εκεί! Ο Σιλβέστρος όμως, δεν ήταν πουθενά, φυσικά….   Έμεινε σαν μια παιδική μου ανάμνηση, όπως τόσες άλλες, που τις ώρες της μοναξιάς μου, μου τριγυρίζουν στο μυαλό….