ΤΖΙΧΑΝΙΣΤΑΣ και ΤΖΙΧΑΜΑΡΟΣ
Εκεί που καθόμουν στο μπαλκόνι μου, έπινα
τον καφέ μου και κάπνιζα το τσιγαράκι μου, σκεφτόμενος κάποιο θέμα με το οποίο
αξίζει να ασχοληθώ, χτυπάει το κουδούνι της εξώπορτας.
Ανοίγω, και τι να δώ. Ο Δόν Κιχώτης ! Ο παλιός
μου φίλος, που είχα δυό χρόνια περίπου να τον δώ!
Όλο χαρά, για αυτή την απρόοπτη έκπληξη,
τον καλωσόρισα και του είπα να περάσει στο σπίτι.
‘’Πολύ ευχάριστη έκπληξη, Δόν, πέρασε, έλα
στο μπαλκόνι να πιούμε τον καφέ μας. Πώς από εδώ ?’’
Ο Δόν Κιχώτης, πέρασε μέσα, με ευχαρίστησε και
πήγαμε στο μπαλκόνι.
Σε δυό λεπτά , του ετοίμασα το καφεδάκι
του, ελληνικό ‘’βαρύ και όχι’’, και αρχίσαμε την κουβέντα.
‘’Αγαπητέ μου φίλε, είμαι περαστικός από τη
Θεσσαλονίκη, και σκέφτηκα να σε επισκεφθώ,
όπως μου είχες ζητήσει επανειλημμένα στο παρελθόν’’.
‘’Και πολύ καλά έκανες. Σε βλέπω όμως μόνο
σου, χωρίς τον Σάντσο Πάντσα και χωρίς τον Ροσινάντη. Πώς και έτσι?’’
‘’Ήρθα μόνος μου, γιατί πηγαίνω στο Ιράκ και την Συρία. Για αυτό, άφησα πίσω τον
Ροσινάντη, γιατί έμαθα ότι τώρα πλέον τα άλογα τα τρώνε εκεί πέρα, και δεν
ήθελα να κινδυνέψει. Όσο για τον Σάντσο Πάντσα, υποχρεώθηκα να τον απολύσω,
γιατί άρχισαν να μου ζητάνε κάτι υπέρογκα ποσά για την ασφάλειά του. Μεγάλωσε κιόλας,
τι να λέμε τώρα.’’
‘’Καλά έκανες, εγώ έμαθα όχι μόνο τα άλογα,
αλλά και τα σκυλιά και τις γάτες τρώνε εκεί πέρα πλέον, αφού δεν τους έμεινε
μία. Σε ποιο ξενοδοχείο μένεις?’’
‘’Θυμάσαι, όποτε ερχόμουν, έμενα στο
πανδοχείο ‘’ΤΗΣ ΧΑΜΕΝΗΣ
ΕΛΠΙΔΑΣ’’. Πήγα για δωματιο, αλλά ήταν κλειστό. Ρώτησα γιατί
έκλεισε, και μου είπε ο γείτονας ότι το πανδοχείο, η ταβέρνα δίπλα και κάτι
άλλα κτίρια, τα πήρε κάποιος καινούριος οργανισμός που κάνατε, ΝΤΑΠΙΕ, ΤΑΠΑΙΔΙΑ,
ΤΑΙΠΕΔ, κάπως έτσι τον λένε. Έψαξα και
αλλού για δωμάτιο, αλλά όλα ήταν γεμάτα, περιμένοντας τα εγκαίνια της ΔΕΘ σας και τις σημαντικές ανακοινώσεις που θα κάνει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η τρό’ι’κα.
Για αυτό, σκέφτηκα μήπως θα μπορούσες να με φιλοξενήσεις για μια – δυό μέρες’’
‘’Με μεγάλη μου χαρά! Πράγματι, όπως είπες,
το πανδοχείο , και όχι μόνο αυτό, έκλεισε, γιατί ήταν δημόσιο κτίριο. Τα πήρε
όλα το ΤΑΙΠΕΔ,
για να τα αξιοποιήσει, και να τα πουλήσει για να ελαφρύνουμε το χρέος μας,
ξεκινώντας από τους τόκους. Όσο για την ΔΕΘ, κανεις
λάθος, δεν θα κάνουν ανακοινώσεις το Διεθνές
Νομισματικό Ταμείο και η τρό’ι’κα, αλλά ο πρωθυπουργός
μας…’’
‘’Ά, έτσι ? Καλά τοτε, γιατί εγώ στην
πατρίδα μου άλλα άκουσα… Αφού το λες εσύ όμως, έτσι θα είναι’’.
Προβληματίστηκα για μια στιγμή, μήπως εδώ
δεν μας ενημερώνουν όπως πρέπει με την αλήθεια, αλλά σκέφτηκα ότι αυτό δεν
είναι δυνατόν, τώρα μάλιστα που πάνε όλα
καλά, έχουμε πρωτογενές
πλεόνασμα, ψηφίζουμε προοδευτικούς
και σωτήριους Νόμους, και οι επιτυχίες διαδέχονται η μία την άλλη.
Αφού μέχρι και ροδάκινα έχουμε υπερπαραγωγή, σκάσαμε
στο φάγωμά τους και τώρα τα πετάμε, αφου δεν έχουμε πια τι να τα
κάνουμε.
Αφού ήπιαμε τα καφεδάκια μας με
‘’ψιλοκουβέντα’’, μου παραπονέθηκε για την ομάδα του που δεν πήρε το Πρωτάθλημα
Ευρώπης, του είπα και εγω τα δικά μου με την δικιά μου ομάδα που… αναπαύεται
στις ‘’δάφνες’’ της, και του ετοίμασα το δωμάτιό
του.
Το βράδυ, είπαμε να μείνουμε στο σπίτι.
Ετοίμασα κάτι πρόχειρο, με συνοδεία ρετσίνας φυσικά, που ήξερα ότι την λατρεύει.
Μετά το φαγητό, και επειδή ήταν νωρίς και δεν είμασταν κουρασμένοι, καθήσαμε να
συζητήσουμε.
‘’Καλά, Δον, εσύ τι δουλειά έχεις στη Συρία και το Ιράκ ? Δεν μαθαίνεις τι γίνεται εκεί
πέρα?’’
‘’Πάω με αποστολή. Με στέλνει η Ευρωπα’ι’κή Ένωση, μέσω της Ισπανικής κυβερνήσεως, για ειρηνευτικές
συνομιλίες, γιατί το κακό παράγινε’’.
‘’Με ποιους θα συνομιλήσεις?’’
‘’Ξέρω και εγώ ? Μου έδωσαν μια λίστα, που
δεν μπορώ να βγάλω άκρη. Θα πάω και θα δούμε.’’
Αφού μου έδειξε την λίστα, δεν μπόρεσα να
συγκρατήσω την απορία μου.
‘’Μα από ότι ξέρω, και βλέποντας τη λίστα
σου, από αυτούς ελάχιστοι μιλούν Αγγλικά που ξέρεις, ή έστω Ισπανικά.
Διερμηνέα, δεν έχεις. Πώς θα συνεννοείσαι στα Αραβικά?’’
‘’Για χαζό με έχεις? Πρίν ξεκινήσω, έψαξα
το θέμα αι διαπίστωσα ότι εκεί μιλούν όλες τις γλώσσες του κόσμου. Σέρβικα,
Τούρκικα, Γερμανικά, Αγγλικά, Ισπανικά, Ρωσσικά, Πορτογαλικά, Γαλλικά,
Ελληνικά, ό τι μπορείς να φανταστείς.’’
‘’Δεν ήξερα ότι είναι τόσο μορφωμένοι οι
άραβες εκεί πέρα…’’
‘’Ποιος σου είπε ότι είναι μορφωμένοι ? Από όλα τα κράτη του κόσμου είναι.’’
‘’Μα πώς γίνεται αυτό?’’
‘’Άκουσε να σου πώ την ιστορία από την αρχή
με λίγα λόγια. Πρίν από κάμποσα χρόνια, όλα ήταν μια χαρά εκεί πέρα. Μέχρι την
στιγμή, που κάποιοι σκέφτηκαν ότι οι άραβες δεν είχαν όλοι δημοκρατία, όπως την ξέρουμε εμείς, αλλά
είχαν πολύ πετρέλαιο που κινούσε την παγκόσμια αγορά. Είπαν λοιπόν, να τους
κάνουν δημοκρατίες για να έχουν δημοκρατικό
πετρέλαιο. Το τι έγινε, το ξέρεις από εκεί και πέρα’’
‘’Ναι,
τα μαθαίνουμε όλα. Έκαναν δημοκρατία
το Ιράκ, την Λιβύη, προσπαθούνε να κάνουν και τη Συρία..’’
‘’Η πολλή δημοκρατία όμως, φαίνεται ότι τους
έβλαψε, αφού τώρα, πήραν όλοι από ένα όπλο και κυνηγιούνται μεταξύ τους. Όποιος
προλάβει, σκοτώνει όποιον βρεί μπροστά του’’
‘’Και πού βρήκαν τόσα όπλα? Γιατί μαθαίνω
ότι δεν έχουν μόνο τουφέκια γιαταγάνια και πιστόλια, αλλά μέχρι ρουκέτες και
άρματα. Πού τα βρήκαν όλα αυτά?’’
‘’Μου φαίνεται φίλε μου, πως είσαι λίγο
χαζός. Τόσα όπλα υπάρχουν στον κόσμο που περισσεύουν, τι να τα κάνουν? Τους τα
έδωσαν λοιπόν, για να τους έχουν με το μέρος τους, αυτοί που προσπαθούν να
επιβάλουν την Νέα Τάξη και την Παγκόσμια
Διακυβέρνηση. Τώρα, εάν τα πράγματα δεν πήγαν ακριβώς όπως τα
υπολόγιζαν, αυτό είναι άλλο θέμα. Πάντως, πάλι κερδισμένοι είναι, αφού κατάφεραν
και τους έφεραν εκατό χρόνια πίσω.’’
‘’Πάει καλά, αυτά τα κατάλαβα. Εκείνο που
δεν κατάλαβα, είναι αυτό με όλες τις γλώσσες του κόσμου που μου είπες. Τι
εννοούσες ?’’
‘’Υπήρχε εκεί, μια μικρή φανατική οργάνωση
μουσουλμάνων, με περίεργο όνομα, για αυτό θα την λέμε ‘’τζιχαντ’’. Εάν δεν ξέρεις, ‘’τζιχαντ’’
είναι στους μουσουλμάνους ο Ιερός Πόλεμος,
στον οποίο όλα επιτρέπονται, προκειμένου να επιβληθούν όλων των άλλων, ακόμα
και των ίδιων των μουσουλμάνων’’
‘’Μα τι μου λες τώρα? Μουσουλμάνοι
αλληλοσκοτώνονται στο όνομα του Αλλάχ?’’
‘’Γιατί, με εμάς τους Χριστιανούς, τι
γίνεται? Πόσες φορές έχουμε αλληλοσκοτωθεί, ορθόδοξοι, καθολικοί, προτεστάντες
και πάει λέγοντας. Οι μουσουλμάνοι θα αποτελούσαν εξαίρεση?’’
‘’Για συνέχισε να καταλάβω.’’
‘’Σε αυτή λοιπόν την οργάνωση, οι δικοί μας
έδωσαν πάρα πολλά όπλα, για να ανατρέψουν τις κυβερνήσεις, για να γίνει δημοκρατία. Δεν τα υπολόγισαν όμως σωστά,
γιατί αποδείχτηκε ότι ήταν μια τρομοκρατική οργάνωση και τίποτα λιγότερο. Με
αυτά τα όπλα, και με την ανοχή και βοήθεια των δικών μας, άρχισε ένας ανελέητος
πόλεμος. Άρχισαν να σφάζουν αδιάκριτα άνδρες, γυναίκες παιδιά, άρχισαν να
καταστρέφουν ό τι βρισκόταν μπροστά τους, στην κυριολεξία δεν αφήνουν πέτρα
πάνω στην πέτρα. Αφού να φανταστείς, υπήρχαν πολλοί άραβες χριστιανοί εκεί
πέρα, και τώρα δεν υπάρχει τίποτα. Ή τους έσφαξαν, ή έφυγαν.’’
‘’Μήπως τα παραλές, Δόν? ‘’
‘’Καθόλου. Εκεί, δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι. Υπάρχουν μόνο νικητές και νεκροί. Ανεξαιρέτως. Και το
‘’σφάξιμο’’, είναι ο συνηθισμένος τρόπος για να ξεμπερδεύουν από αυτούς.’’
‘’Και όλες οι γλώσσες του κόσμου που μου
είπες?’’
‘’Άκουσε προσεκτικά. Σε όλους τους λαούς του
κόσμου, είναι αναπόφευκτο να υπάρχουν και δολοφόνοι. Άνθρωποι κατ’ ευφημισμό,
που τους αρέσει να σκοτώνουν, με τον πιο βάρβαρο τρόπο. Αυτά όμως, φοβούνται να
τα κάνουν ελεύθερα στις πατρίδες τους, γιατί φοβούνται πως θα τους πιάσουν και
θα την ‘’πληρώσουν’’. Πάρα πολλοί από αυτούς λοιπόν, από παντού, έχουν πάει
εκεί και ενώθηκαν μαζί τους. Έγιναν
ή παριστάνουν πως έγιναν
μουσουλμάνοι της ‘’τζιχάντ’’, για να
μπορούν όχι μόνον να εκδηλώνουν τα ένστικτά τους, αλλά και να επιβραβεύονται
επιπλέον. Χώρια από αυτούς που πήγαν σαν μισθοφόροι, αφού λεφτά υπάρχουν. Για
αυτό σου λέω τώρα, ότι δεν πρέπει να τους λένε ‘’τζιχανιστές’’
αλλά ‘’τζιχανίστας’’,
‘’τζιχαμάρος’’ και άλλα
παρόμοια. Και οι περισσότεροι, είναι από πολιτισμένα υποτίθεται κράτη της
Αμερικής και της Ευρώπης. Πρόκειται για
δολοφόνους στην κυριολέξια, που έτσι μπορούν να εξωτερικεύουν τα
ένστικτά τους. Πιάνουν όποιον δυτικό βρεθεί μπροστά τους για όμηρο, ζητούν λύτρα, και αν δεν τους τα δώσουν,
τους σφάζουν μπροστά στην κάμερα. Δεν είδες προχτές τον Αμερικανό δημοσιογράφο?
Έ, υπάρχουν και άλλοι’’
‘’Και καλά, εσύ τι δουλειά έχεις εκεί πέρα?
Όπως μου τα λές, πιο πιθανό είναι να σφάξουν και εσένα.’’
‘’Τι να σου πώ, είμαι αδέκαρος και τα λεφτά
που μου δίνουν είναι πολλά. Αρχίζω και το σκέφτομαι όμως, και τελικά δεν ξέρω
τι να κάνω.’’
‘’Και εσύ που ασχολήθηκες τόσο πολύ με το
θέμα, δεν βλέπεις καμμία λύση στο πρόβλημα?’’
‘’Στην Μέση Ανατολή, εδώ και 2.000 χρόνια,
το ίδιο περίπου γίνεται συνέχεια. Ησυχάζουν για κάποια χρόνια, και μετά, φτού
και από την αρχή. Οριστική λύση, δεν βλέπω να υπάρχει εκεί κάτω.’’
‘’Τώρα, τώρα με όλα αυτά τι γίνεται? Πώς τα
βλέπεις?’’
‘’Μου φαίνεται ότι άρχισαν να το σκέφτονται
λιγάκι όσοι τους υποστήριζαν, λόγω και της παγκόσμιας κατακραυγής. Βέβαια,
αυτήν δεν την υπολογίζουν, το έδειξαν και στο παρελθόν. Από ότι αντιλαμβάνομαι
όμως, και επειδή αυτή η οργάνωση έχει επεκταθεί επικίνδυνα όχι μόνο στον
αραβικό κόσμο αλλά και σε όλες τις Ευρωπα’ι’κές πόλεις, και είναι πολύ πιο
επικίνδυνη από την περίφημη Αλ Κά’ι’ντα, έχω την αίσθηση ότι
πρόκειται να κάνουν οι συνήθεις ύποπτοι
στρατιωτική επέμβαση στην περιοχή, για να λύσουν το θέμα. Μα και να το λύσουν,
προσωρινά θα είναι. Αυτό που φοβούνται περισσότερο, είναι ότι αφού ξεμπερδέψουν
με Συρία και Ιράκ, θα συνεχίσουν με Ιορδανία και μετά στόχος θα είναι ο παραδοσιακός τους εχθρός, το Ισραήλ. Σε αυτό υπολογίζω και εγώ και σου λέω ότι μάλλον θα γίνει
επέμβαση.’’
‘’Τι να σου πώ, Δον, ακούω και διαβάζω και
εγώ διάφορα πράγματα, αλλά εσύ με διαφώτισες πολύ. Δηλαδή, ό τι και να γίνει,
πάλι ‘’μία από τα ίδια’’?’’
‘’Φυσικά, μία από τα ίδια. Έχουν αρχίσει να
νοσταλγούν τον Καντάφι, τον Σαντάμ Χουσείν
και τους άλλους που ξαπόστειλαν.’’
Η νύχτα είχε αρχίσει να πέφτει βαριά,
βάρυναν και τα βλέφαρά μας και πήγαμε για ύπνο.
Την άλλη μέρα, ο Δον Κιχώτης βγήκε για δυό ώρες έξω. Όταν
γύρισε, πήρε τα λιγοστά πράγματά του για να φύγει.
Τον ρώτησα, πώς θα φτάσει στη Συρία, και μου απάντησε.
‘’Μπορεί αλλοπαρμένος να είμαι, αλλά όχι και τρελός. Αποφάσισα ότι είναι
καλύτερα να κρατήσω την προκαταβολή και να μην πάω. Διαόλους γυρεύω? Είναι και
η Δουλτσινέα που περιμένει. Άλλωστε, τώρα μπορώ να ξαναπάρω τον Σάντσο Πάντσα
στη δούλεψή μου. Φεύγω για τη Σουηδία, μέχρι να ξεχαστεί το πράγμα. Ελπίζω να
με ξαναδείς σύντομα.’’
Και έτσι έφυγε ο Δον Κιχώτης, αφήνοντάς με με μεγάλες
απορίες και προβληματισμούς. Και όσο αναλογιζόμουν τα όσα μου είπε, χτυπάει το
τηλέφωνο. Ήταν ο φίλος μου ο Λουκάς. Με ρώτησε
‘’Ανδρέα, σου ήρθε το διορθωμένο ΕΝΦΙΑ ?’’.
Αυτό ήταν αρκετό για να με προσγειώσει στην
καθημερινότητα.